ἔρευνα: Difference between revisions

Bailly1_2
(6_12)
(Bailly1_2)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἔρευνα''': -ης, -ἡ, ὡς καὶ νῦν, [[ζήτησις]], [[ἀναζήτησις]], ἐρ. ἔχειν τινός, ἐρευνᾶν, ἀναζητεῖν, Σοφ. Ο. Τ. 566· οὐδ’ ᾖξας εἰς ἔρευναν ἐξευρεῖν γονάς; Εὐρ. Ἴων 328· ἔρευναν ποιεῖσθαι τῶν οἰκιῶν Ἀριστ. Οἰκ. 2. 31.
|lstext='''ἔρευνα''': -ης, -ἡ, ὡς καὶ νῦν, [[ζήτησις]], [[ἀναζήτησις]], ἐρ. ἔχειν τινός, ἐρευνᾶν, ἀναζητεῖν, Σοφ. Ο. Τ. 566· οὐδ’ ᾖξας εἰς ἔρευναν ἐξευρεῖν γονάς; Εὐρ. Ἴων 328· ἔρευναν ποιεῖσθαι τῶν οἰκιῶν Ἀριστ. Οἰκ. 2. 31.
}}
{{bailly
|btext=ης (ἡ) :<br />recherche, perquisition.<br />'''Étymologie:''' cf. [[ἔρομαι]].
}}
}}