ἠπίαλος: Difference between revisions

Bailly1_2
(6_15)
(Bailly1_2)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἠπίᾰλος''': ὁ, πυρετὸς ἔχων ἰσχυρὸν [[ῥῖγος]], Γαλην. 7. σ. 132· ἠπ. πυρετὸς ἐν Ἱππ. 266. 35· τὸ [[ῥῖγος]] πρὸ τοῦ πυρετοῦ, πυρετοῦ [[πρόδρομος]] Ἀριστοφ. Ἀποσπ. 315, πρβλ. Θέογν. 174· ἠπ. καὶ πυρετοὶ Ἱππ. 281. 49· - μεταφ. ἀηδόνων ἠπ., [[ῥῖγος]] προξενῶν εἰς τὰς ἀηδόνας, κωμικὸν [[ὄνομα]] ψυχροῦ ποιητοῦ, Φρύν. Κωμ. ἐν Ἀδήλ. 1. ΙΙ. = [[ἠπιάλης]], [[ἐφιάλτης]], Ἀριστοφ. Σφηξ. 1038, ὡς ἑρμηνεύεται ὑπὸ τοῦ Διδύμ. παρὰ τῷ Σχολ., πρβλ. Εὐστ. 1687. 52.
|lstext='''ἠπίᾰλος''': ὁ, πυρετὸς ἔχων ἰσχυρὸν [[ῥῖγος]], Γαλην. 7. σ. 132· ἠπ. πυρετὸς ἐν Ἱππ. 266. 35· τὸ [[ῥῖγος]] πρὸ τοῦ πυρετοῦ, πυρετοῦ [[πρόδρομος]] Ἀριστοφ. Ἀποσπ. 315, πρβλ. Θέογν. 174· ἠπ. καὶ πυρετοὶ Ἱππ. 281. 49· - μεταφ. ἀηδόνων ἠπ., [[ῥῖγος]] προξενῶν εἰς τὰς ἀηδόνας, κωμικὸν [[ὄνομα]] ψυχροῦ ποιητοῦ, Φρύν. Κωμ. ἐν Ἀδήλ. 1. ΙΙ. = [[ἠπιάλης]], [[ἐφιάλτης]], Ἀριστοφ. Σφηξ. 1038, ὡς ἑρμηνεύεται ὑπὸ τοῦ Διδύμ. παρὰ τῷ Σχολ., πρβλ. Εὐστ. 1687. 52.
}}
{{bailly
|btext=ου (ὁ) :<br /><b>1</b> fièvre continue;<br /><b>2</b> frisson de fièvre.<br />'''Étymologie:''' DELG p.ê. de [[ἤπιος]], « fièvre douce ».
}}
}}