3,277,300
edits
(6_1) |
(Bailly1_2) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ζῠγόω''': (ζυγὸν) [[ὑποβάλλω]] εἰς τὸν [[ζυγόν]], [[συνάπτω]], [[συναρμόζω]], ζ. κιθάραν, θέτω τὸ ἐγκάρσιον [[ξύλον]] εἰς τὴν φόρμιγγα ἢ λύραν, Λουκ. Θεῶν Διαλ. 7. 4, Ἐναλ. Διαλ. 1. 4· κανόνες ἐζυγωμένοι δύο Ἀγάθων παρ’ Ἀθην. 454D, πρβλ. Ἑβδ. (Ἐζεκ. μα΄, 26). 2) μεταφ., [[φέρω]] ὑπὸ τὸν [[ζυγόν]], [[ὑποτάσσω]], Αἰσχύλ. Ἀποσπ. 113. | |lstext='''ζῠγόω''': (ζυγὸν) [[ὑποβάλλω]] εἰς τὸν [[ζυγόν]], [[συνάπτω]], [[συναρμόζω]], ζ. κιθάραν, θέτω τὸ ἐγκάρσιον [[ξύλον]] εἰς τὴν φόρμιγγα ἢ λύραν, Λουκ. Θεῶν Διαλ. 7. 4, Ἐναλ. Διαλ. 1. 4· κανόνες ἐζυγωμένοι δύο Ἀγάθων παρ’ Ἀθην. 454D, πρβλ. Ἑβδ. (Ἐζεκ. μα΄, 26). 2) μεταφ., [[φέρω]] ὑπὸ τὸν [[ζυγόν]], [[ὑποτάσσω]], Αἰσχύλ. Ἀποσπ. 113. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=-ῶ :<br />joindre avec une barre ; ζυγοῦν κιθάραν LUC fixer sur une lyre la barre transversale.<br />'''Étymologie:''' [[ζυγόν]]. | |||
}} | }} |