θέσπισμα: Difference between revisions

Bailly1_3
(6_22)
(Bailly1_3)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''θέσπισμα''': τό, τὸ πλεῖστον ἐν τῷ πληθ., χρησμοί, λόγια μαντικά, Ἡρόδ. 2. 29, Αἰσχύλ. Ἀποσπ. 82, Σοφ. Ο. Τ. 971. 2) [[διάταγμα]] τῆς γερουσίας ἢ τοῦ αὐτοκράτορος, Βυζ.
|lstext='''θέσπισμα''': τό, τὸ πλεῖστον ἐν τῷ πληθ., χρησμοί, λόγια μαντικά, Ἡρόδ. 2. 29, Αἰσχύλ. Ἀποσπ. 82, Σοφ. Ο. Τ. 971. 2) [[διάταγμα]] τῆς γερουσίας ἢ τοῦ αὐτοκράτορος, Βυζ.
}}
{{bailly
|btext=ατος (τό) :<br />prescription des dieux, oracle.<br />'''Étymologie:''' [[θεσπίζω]].
}}
}}