θνητοειδής: Difference between revisions

Bailly1_3
(6_7)
(Bailly1_3)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''θνητοειδής''': -ές, θνητὸς τὴν φύσιν, Πλάτ. Φαίδωνι 86Α, Πλούτ. 2. 1002C.
|lstext='''θνητοειδής''': -ές, θνητὸς τὴν φύσιν, Πλάτ. Φαίδωνι 86Α, Πλούτ. 2. 1002C.
}}
{{bailly
|btext=ής, ές :<br />convenable pour un mortel.<br />'''Étymologie:''' [[θνητός]], [[εἶδος]].
}}
}}