καταχήνη: Difference between revisions

Bailly1_3
(6_8)
(Bailly1_3)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''καταχήνη''': ἡ [[κατάγελως]], [[περίγελως]], [[καταφρόνησις]], Ἀριστοφ. Σφῆκ. 575, Ἐκκλ. 631 (πρβλ. [[καταχαίνω]])˙ Καταχῆναι [[εἶναι]] [[ὄνομα]] δράματος ἐν τῆ Συλλ. Ἐπιγρ. 229. 8. ΙΙ. [[εἶδος]] φυλακτηρίου ἔχοντος τὸ [[σχῆμα]] ἀκρίδος καὶ προσφερομένου ἐν τῇ Ἀκροπόλει τῶν Ἀθηνῶν. Ἡσύχ., ἴδε Λοβεκ. Ἀγλαόφ. 970˙- τὸ «[[φάσμα]]» (νυκτερὶς) καλεῖται [[σήμερον]] ἐν Ρόδῳ καταχανᾶς, C. T. Newton.
|lstext='''καταχήνη''': ἡ [[κατάγελως]], [[περίγελως]], [[καταφρόνησις]], Ἀριστοφ. Σφῆκ. 575, Ἐκκλ. 631 (πρβλ. [[καταχαίνω]])˙ Καταχῆναι [[εἶναι]] [[ὄνομα]] δράματος ἐν τῆ Συλλ. Ἐπιγρ. 229. 8. ΙΙ. [[εἶδος]] φυλακτηρίου ἔχοντος τὸ [[σχῆμα]] ἀκρίδος καὶ προσφερομένου ἐν τῇ Ἀκροπόλει τῶν Ἀθηνῶν. Ἡσύχ., ἴδε Λοβεκ. Ἀγλαόφ. 970˙- τὸ «[[φάσμα]]» (νυκτερὶς) καλεῖται [[σήμερον]] ἐν Ρόδῳ καταχανᾶς, C. T. Newton.
}}
{{bailly
|btext=ης (ἡ) :<br />dérision, moquerie.<br />'''Étymologie:''' [[κατά]], [[χαίνω]].
}}
}}