κυβεῖον: Difference between revisions

Bailly1_3
(6_21)
(Bailly1_3)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''κῠβεῖον''': τό, [[κυβεύω]] [[κυβευτήριον]], [[τόπος]] εἰς ὃν μετέβαινον οἱ κυβεύοντες καὶ ἔπαιζον κύβους, Αἰσχίν. 8. 22.
|lstext='''κῠβεῖον''': τό, [[κυβεύω]] [[κυβευτήριον]], [[τόπος]] εἰς ὃν μετέβαινον οἱ κυβεύοντες καὶ ἔπαιζον κύβους, Αἰσχίν. 8. 22.
}}
{{bailly
|btext=ου (τό) :<br />maison de jeu.<br />'''Étymologie:''' [[κύβος]].
}}
}}