κίστη: Difference between revisions

Bailly1_3
(6_9)
(Bailly1_3)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''κίστη''': ἡ, [[κιβώτιον]], Λατ. cista, Ὀδ. Ζ. 76· συχνὸν παρ’ Ἀριστοφ. ἴδε Elmsl. εἰς Ἀχ. 1099· [[εἶδος]] γραφείου, κιβωτίου περιέχοντος τὰ πρὸς γραφὴν χρήσιμα, Ἀριστοφ. Σφ. 529· ― Ἐν Ἀριστοφ. Ἀχ. 1137, εὑρίσκομεν γεν. ἐκ τῆς κιστίδος, [[ὅπερ]] ἐσχημάτισεν ὁ ποιητὴς ὡς παρῳδίαν τοῦ ἐν τῷ προηγουμένῳ στίχῳ ἐκ τῆς ἀσπίδος. ― Καθ’ Ἡσύχ.: «[[κίστη]]· [[ἀγγεῖον]] πλεκτόν, εἰς ὃ [[βρῶμα]] ἐνετίθετο καὶ ἱμάτια. [[κιβωτός]]».
|lstext='''κίστη''': ἡ, [[κιβώτιον]], Λατ. cista, Ὀδ. Ζ. 76· συχνὸν παρ’ Ἀριστοφ. ἴδε Elmsl. εἰς Ἀχ. 1099· [[εἶδος]] γραφείου, κιβωτίου περιέχοντος τὰ πρὸς γραφὴν χρήσιμα, Ἀριστοφ. Σφ. 529· ― Ἐν Ἀριστοφ. Ἀχ. 1137, εὑρίσκομεν γεν. ἐκ τῆς κιστίδος, [[ὅπερ]] ἐσχημάτισεν ὁ ποιητὴς ὡς παρῳδίαν τοῦ ἐν τῷ προηγουμένῳ στίχῳ ἐκ τῆς ἀσπίδος. ― Καθ’ Ἡσύχ.: «[[κίστη]]· [[ἀγγεῖον]] πλεκτόν, εἰς ὃ [[βρῶμα]] ἐνετίθετο καὶ ἱμάτια. [[κιβωτός]]».
}}
{{bailly
|btext=ης (ἡ) :<br />panier, corbeille.<br />'''Étymologie:''' DELG pê emprunt -- Babiniotis pê apparenté à <i>irl.</i> cess « panier ».
}}
}}