3,273,059
edits
(6_14) |
(Bailly1_4) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''στῦλος''': ὁ, (ἴδε ἐν τέλει) ὡς καὶ νῦν, ἰδίως ὡς [[ὑποστήριγμα]], Ἡρόδ. 2. 169 στέγης Αἰσχύλ. Ἀγ. 898· δόμων Εὐρ. Ι. Τ. 50· στ. οἴκων ... εἰσὶ παῖδες ἄρσενες [[αὐτόθι]] 57. 2) [[ἁπλῶς]] [[στῦλος]] χωρὶς νὰ ὑποστηρίζῃ τι, Ἱππ. π. Ἄρθρ. 813, Εὐρ. Ἀποσπ. 202, Πολύβ. 1. 22, 4. ΙΙ. = τῷ Λατ. stilus (πρβλ. [[στυλοειδής]])· ἀλλ’ [[ἐπειδὴ]] οἱ δοκιμώτατοι μεταξὺ τῶν Λατίνων γράφουσι stilus οὐχὶ stylus, ἡ δὲ παραλήγουσα [[εἶναι]] βραχεῖα stilus, ἐν ᾧ τὸ υ [[εἶναι]] ἀείποτε μακρὸν ἐν τῷ Ἑλλην. [[στῦλος]] (Εὐρ. ἔνθ’ ἀνωτ., Ἀνθ. Π. 7. 648, Ἐπιγραφ. παρὰ Παυσ. 5. 20, 7), [[εἶναι]] πιθανὸν ὅτι τὸ Λατ. stilus ἀνήκει [[μᾶλλον]] εἰς τὴν λέξ. στέλχος, ἥτις καὶ [[εἶναι]] μία τῶν σημασιῶν αὐτῆς. (Ἐκ τῆς √ΣΤΥ, ἥτις [[εἶναι]] τροποποίησις τῆς √ΣΤΑ, ἵστημι, παράγεται καὶ τὸ [[στύω]]· πρβλ. Σανσκρ. sthû-nâ (pillar), sthû-las (stupidus))· Ζενδ. ←tu-na (pillar)· Λιθ. stu-lys (stump).) | |lstext='''στῦλος''': ὁ, (ἴδε ἐν τέλει) ὡς καὶ νῦν, ἰδίως ὡς [[ὑποστήριγμα]], Ἡρόδ. 2. 169 στέγης Αἰσχύλ. Ἀγ. 898· δόμων Εὐρ. Ι. Τ. 50· στ. οἴκων ... εἰσὶ παῖδες ἄρσενες [[αὐτόθι]] 57. 2) [[ἁπλῶς]] [[στῦλος]] χωρὶς νὰ ὑποστηρίζῃ τι, Ἱππ. π. Ἄρθρ. 813, Εὐρ. Ἀποσπ. 202, Πολύβ. 1. 22, 4. ΙΙ. = τῷ Λατ. stilus (πρβλ. [[στυλοειδής]])· ἀλλ’ [[ἐπειδὴ]] οἱ δοκιμώτατοι μεταξὺ τῶν Λατίνων γράφουσι stilus οὐχὶ stylus, ἡ δὲ παραλήγουσα [[εἶναι]] βραχεῖα stilus, ἐν ᾧ τὸ υ [[εἶναι]] ἀείποτε μακρὸν ἐν τῷ Ἑλλην. [[στῦλος]] (Εὐρ. ἔνθ’ ἀνωτ., Ἀνθ. Π. 7. 648, Ἐπιγραφ. παρὰ Παυσ. 5. 20, 7), [[εἶναι]] πιθανὸν ὅτι τὸ Λατ. stilus ἀνήκει [[μᾶλλον]] εἰς τὴν λέξ. στέλχος, ἥτις καὶ [[εἶναι]] μία τῶν σημασιῶν αὐτῆς. (Ἐκ τῆς √ΣΤΥ, ἥτις [[εἶναι]] τροποποίησις τῆς √ΣΤΑ, ἵστημι, παράγεται καὶ τὸ [[στύω]]· πρβλ. Σανσκρ. sthû-nâ (pillar), sthû-las (stupidus))· Ζενδ. ←tu-na (pillar)· Λιθ. stu-lys (stump).) | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ου (ὁ) :<br />colonne, <i>fig.</i> soutien, appui.<br />'''Étymologie:''' R. Στα, se tenir debout ; v. [[ἵστημι]]. | |||
}} | }} |