ξένισις: Difference between revisions

Bailly1_3
(6_9)
(Bailly1_3)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ξένῐσις''': ἡ, ([[ξενίζω]]) ἡ [[περιποίησις]] φίλου ἢ ξένου, ξενίσεις ποιούμενοι τῶν τριηριτῶν Θουκ. 6. 46.
|lstext='''ξένῐσις''': ἡ, ([[ξενίζω]]) ἡ [[περιποίησις]] φίλου ἢ ξένου, ξενίσεις ποιούμενοι τῶν τριηριτῶν Θουκ. 6. 46.
}}
{{bailly
|btext=εως (ἡ) :<br />réception d’un étranger.<br />'''Étymologie:''' [[ξενίζω]].
}}
}}