3,274,175
edits
(6_21) |
(Bailly1_4) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''παιφάσσω''': τινάσσομαι, ὁρμητικῶς φέρομαι, ἐφορμῶ ἀγρίως τῄδε κακεῖσε, παιφάσσουσα [[διέσσυτο]] λαὸν Ἀχαιῶν Ἰλ. Β. 450· [[τρέμω]], Λατ. palpitare, Ὀππ. Κ. 2. 250, Ἀλ. 2. 288. 2) μεταβ. κινῶ, [[σείω]] βιαίως, λαμπάδα Ἰω. Γαζ. Ἔκφρ. 525. (Προδήλως [[τύπος]] μετ’ ἀναδιπλ. ὡς τὸ [[δαιδάλλω]]· ἡ √ΦΑΣ, πιθανῶς σχετιζομένη πρὸς τὸ Σανσκρ. bhäs (lucere), φαίνεται ὅτι [[εἶναι]] δευτερεύων [[τύπος]] τῆς ῥίζης ΦΑ, ἴδε ἐν λ. [[φαίνω]]· [[ὥστε]] ἡ πρώτη αὐτῆς [[σημασία]] θὰ [[εἶναι]] ἡ τῆς ταχείας κινήσεως οἵα ἡ τοῦ φωτός, ὡς ἐν τοῖς [[αἰόλος]], [[ἀργός]].) | |lstext='''παιφάσσω''': τινάσσομαι, ὁρμητικῶς φέρομαι, ἐφορμῶ ἀγρίως τῄδε κακεῖσε, παιφάσσουσα [[διέσσυτο]] λαὸν Ἀχαιῶν Ἰλ. Β. 450· [[τρέμω]], Λατ. palpitare, Ὀππ. Κ. 2. 250, Ἀλ. 2. 288. 2) μεταβ. κινῶ, [[σείω]] βιαίως, λαμπάδα Ἰω. Γαζ. Ἔκφρ. 525. (Προδήλως [[τύπος]] μετ’ ἀναδιπλ. ὡς τὸ [[δαιδάλλω]]· ἡ √ΦΑΣ, πιθανῶς σχετιζομένη πρὸς τὸ Σανσκρ. bhäs (lucere), φαίνεται ὅτι [[εἶναι]] δευτερεύων [[τύπος]] τῆς ῥίζης ΦΑ, ἴδε ἐν λ. [[φαίνω]]· [[ὥστε]] ἡ πρώτη αὐτῆς [[σημασία]] θὰ [[εἶναι]] ἡ τῆς ταχείας κινήσεως οἵα ἡ τοῦ φωτός, ὡς ἐν τοῖς [[αἰόλος]], [[ἀργός]].) | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=<i>seul. prés. et impf.</i><br />se montrer tout à coup, apparaître soudainement.<br />'''Étymologie:''' R. Φα, briller, avec redoubl. épq. | |||
}} | }} |