3,277,286
edits
(6_20) |
(Bailly1_5) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''συνεπιρρώννῡμι''': συμβοηθῶ ἐνισχύων, ὑποστηρίζων, παρεκάλει τοὺς θεούς... ἀμῦναι καὶ συνεπιρρῶσαι τοὺς Ἕλληνας Πλουτ. Ἀλέξ. 33, κτλ. ― Παθητ., ἐπὶ τῆς γλώσσης, [[ὡσαύτως]] ἐνισχύομαι, Λογγῖν. 11. 2. | |lstext='''συνεπιρρώννῡμι''': συμβοηθῶ ἐνισχύων, ὑποστηρίζων, παρεκάλει τοὺς θεούς... ἀμῦναι καὶ συνεπιρρῶσαι τοὺς Ἕλληνας Πλουτ. Ἀλέξ. 33, κτλ. ― Παθητ., ἐπὶ τῆς γλώσσης, [[ὡσαύτως]] ἐνισχύομαι, Λογγῖν. 11. 2. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=contribuer à fortifier, à affermir, acc..<br />'''Étymologie:''' [[σύν]], [[ἐπιρρώννυμι]]. | |||
}} | }} |