περιμηχανάομαι: Difference between revisions

Bailly1_4
(6_5)
(Bailly1_4)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''περιμηχᾰνάομαι''': ἀποθ., μηχανῶμαι [[μετὰ]] πολλῆς πανουργίας, [[παρασκευάζω]] [[μετὰ]] πολλῆς δεξιότητος, [[ἄλλο]] τι ... περιμηχανόωντο Ὀδ. Η. 200· δούλιον [[ἦμαρ]] ἐμοὶ περιμηχανόωντο Ξ. 340.
|lstext='''περιμηχᾰνάομαι''': ἀποθ., μηχανῶμαι [[μετὰ]] πολλῆς πανουργίας, [[παρασκευάζω]] [[μετὰ]] πολλῆς δεξιότητος, [[ἄλλο]] τι ... περιμηχανόωντο Ὀδ. Η. 200· δούλιον [[ἦμαρ]] ἐμοὶ περιμηχανόωντο Ξ. 340.
}}
{{bailly
|btext=-ῶμαι;<br /><i>épq. prés. 3ᵉ pl.</i> περιμηχανόωνται, <i>et impf. 3ᵉ pl.</i> περιμηχανόωντο;<br />machiner <i>ou</i> tramer : [[τι]] qch ; [[τί]] τινι qqe projet contre qqn.<br />'''Étymologie:''' [[περί]], μηχανάομαι.
}}
}}