3,276,318
edits
(6_5) |
(Bailly1_4) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''προαναιρέω''': ἀφαιρῶ ἐκ τοῦ μέσου πρότερον, ἢν μή με προανέλῃ τὸ [[γῆρας]] Ἰσοκρ. 239Ε· τοὺς χρόνους εἰ μὴ προανεῖλε τῆς πόλεως Δημ. 398 ἐν τέλ.· ἃ ἐροῦσι προανελών, προαναιρέσας ὅσα ἔμελλον νὰ εἴπωσιν, Ἀριστ. Ρητορ. 3. 17, 14· τὸν ἀνταγωνιστὴν πρ. Λουκ. ἐν Διῒ Τραγ. 25, κτλ. ― Μέσ., [[λαμβάνω]], πιάνω πρῶτος, τὴν σφαῖραν [[Πολυδ]]. Θ΄, 104. | |lstext='''προαναιρέω''': ἀφαιρῶ ἐκ τοῦ μέσου πρότερον, ἢν μή με προανέλῃ τὸ [[γῆρας]] Ἰσοκρ. 239Ε· τοὺς χρόνους εἰ μὴ προανεῖλε τῆς πόλεως Δημ. 398 ἐν τέλ.· ἃ ἐροῦσι προανελών, προαναιρέσας ὅσα ἔμελλον νὰ εἴπωσιν, Ἀριστ. Ρητορ. 3. 17, 14· τὸν ἀνταγωνιστὴν πρ. Λουκ. ἐν Διῒ Τραγ. 25, κτλ. ― Μέσ., [[λαμβάνω]], πιάνω πρῶτος, τὴν σφαῖραν [[Πολυδ]]. Θ΄, 104. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=-ῶ :<br /><i>f.</i> προαναιρήσω, <i>ao.2</i> προανεῖλον, <i>etc.</i><br />emporter <i>ou</i> anéantir auparavant, acc. ; <i>fig.</i> réfuter d’avance, acc..<br />'''Étymologie:''' [[πρό]], [[ἀναιρέω]]. | |||
}} | }} |