προϊάλλω: Difference between revisions

Bailly1_4
(6_2)
(Bailly1_4)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''προϊάλλω''': [[προπέμπω]], [[προεξαποστέλλω]], αὐτὰρ ἐμὲ [[Ζεὺς]] τῷ ἐπαλεξήσουσαν ἀπ’ [[οὐρανόθεν]] προΐαλλεν Ἰλ. Θ. 365., Λ. 3, Ὀδ. Ο., 370· [[σίαλον]] πρ. Ὀδ. Ξ. 18· ὀϊστὸν Θεόκρ. 25. 235· [[χάριν]], ἀρωγήν τινι Ἀνθολ. Π. 1. 29. ― [[λέξις]] Ἐπικὴ ἐν χρήσει παρ’ Ὁμ. ἀείποτε ἐν τῷ παρατ. [[ἄνευ]] αὐξήσεως.
|lstext='''προϊάλλω''': [[προπέμπω]], [[προεξαποστέλλω]], αὐτὰρ ἐμὲ [[Ζεὺς]] τῷ ἐπαλεξήσουσαν ἀπ’ [[οὐρανόθεν]] προΐαλλεν Ἰλ. Θ. 365., Λ. 3, Ὀδ. Ο., 370· [[σίαλον]] πρ. Ὀδ. Ξ. 18· ὀϊστὸν Θεόκρ. 25. 235· [[χάριν]], ἀρωγήν τινι Ἀνθολ. Π. 1. 29. ― [[λέξις]] Ἐπικὴ ἐν χρήσει παρ’ Ὁμ. ἀείποτε ἐν τῷ παρατ. [[ἄνευ]] αὐξήσεως.
}}
{{bailly
|btext=<i>seul. impf.</i> προΐαλλον;<br /><b>1</b> envoyer, faire partir, acc.;<br /><b>2</b> envoyer à qqn, acc..<br />'''Étymologie:''' [[πρό]], [[ἰάλλω]].
}}
}}