σιγάζω: Difference between revisions

Bailly1_4
(6_20)
(Bailly1_4)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''σῑγάζω''': παραγγέλω τινὰ νὰ σιγήσῃ, [[ἐπιβάλλω]] σιγὴν εἴς τινα, τινὰ Ξεν. Ἀν. 6. 1, 32· τύμπανα Ὀππ. Κυν. 3. 286. ― Καθ’ Ἡσύχ.: «ἐπὶ τοῦ σιγᾶν λιπαροῦντα».
|lstext='''σῑγάζω''': παραγγέλω τινὰ νὰ σιγήσῃ, [[ἐπιβάλλω]] σιγὴν εἴς τινα, τινὰ Ξεν. Ἀν. 6. 1, 32· τύμπανα Ὀππ. Κυν. 3. 286. ― Καθ’ Ἡσύχ.: «ἐπὶ τοῦ σιγᾶν λιπαροῦντα».
}}
{{bailly
|btext=faire taire, acc..<br />'''Étymologie:''' [[σιγάω]].
}}
}}