3,276,901
edits
(6_21) |
(Bailly1_5) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''σύμφυτον''': τό, [[φυτόν]] τι κληθὲν [[οὕτως]] ἐκ τῆς θεραπευτικῆς [[αὐτοῦ]] ἰδιότητος τοῦ κλείειν τὰ τραύματα (ἴδε προηγ.), symphytum officinale, Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 9. 13, 4, Διοσκ. 4. 10, Ἀρεταῖ., κλπ. | |lstext='''σύμφυτον''': τό, [[φυτόν]] τι κληθὲν [[οὕτως]] ἐκ τῆς θεραπευτικῆς [[αὐτοῦ]] ἰδιότητος τοῦ κλείειν τὰ τραύματα (ἴδε προηγ.), symphytum officinale, Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 9. 13, 4, Διοσκ. 4. 10, Ἀρεταῖ., κλπ. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ου (τό) :<br />grande consoude, <i>plante qui a la vertu de rapprocher les chairs</i>.<br />'''Étymologie:''' [[συμφύω]]. | |||
}} | }} |