φίλοινος: Difference between revisions

Bailly1_5
(6_17)
(Bailly1_5)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''φίλοινος''': -ον, ὁ ἀγαπῶν τὸν [[οἶνον]] ἀγαπῶν νὰ πίνῃ, Πλάτ. Λῦσ. 212Β, Πολ. 475Α, Ἀριστ. Ρητορ. 1. 11, 17· φιλοινότατος Πλουτ. Κικ. 27, Αἰλ.
|lstext='''φίλοινος''': -ον, ὁ ἀγαπῶν τὸν [[οἶνον]] ἀγαπῶν νὰ πίνῃ, Πλάτ. Λῦσ. 212Β, Πολ. 475Α, Ἀριστ. Ρητορ. 1. 11, 17· φιλοινότατος Πλουτ. Κικ. 27, Αἰλ.
}}
{{bailly
|btext=ος, ον :<br />qui aime le vin, ivrogne;<br /><i>Sp.</i> φιλοινότατος.<br />'''Étymologie:''' [[φίλος]], [[οἶνος]].
}}
}}