φιλοτεχνέω: Difference between revisions

Bailly1_5
(6_20)
(Bailly1_5)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''φῐλοτεχνέω''': παθ. πρκμ. πεφιλοτέχνημαι. Ἀγαπῶ τὴν τέχνην, ἀσκῶ τέχνην τινά, ἐπὶ τῆς Ἀθηνᾶς καὶ τοῦ Ἡφαίστου, Πλάτ. Πρωταγ. 321Ε· [[περί]] τι Ἐπικτ. Ἐγχειρ. 29. 7, Πλούτ., κλπ.· ὑπέρ τινος Αἰλ. Ποικ. Ἱστ. 2. 2· φιλ. πρὸς τοὺς τεχνίτας, συζητῶ περὶ τέχνης μὲ τοὺς τεχνίτας, Πολύβ. 26. 10. 3, πρβλ. Πλούτ. 2. 142Β. ΙΙ. ποιοῦμαι χρῆσιν τέχνης ἢ τεχνασμάτων, Πολύβ. 16. 30, 2, Πλούτ. 2. 1050C, κλπ.· μετ’ ἀπαρ., 13. 82. ― Παθ., [[γίνομαι]] ἢ παρέχομαι διὰ τῆς τέχνης, τινι, μέ τι [[πρᾶγμα]], ὁ αὐτ. 14. 80· [[πρός]] τι ὁ αὐτ. 3. 37· ― [[οὕτως]] ἔτι μεταγεν., ἐφιλοτέχναστό τι (ἐκ ῥήμ. -[[τεχνάζω]]), Ἰωσ. Γενέσιος 42Β.
|lstext='''φῐλοτεχνέω''': παθ. πρκμ. πεφιλοτέχνημαι. Ἀγαπῶ τὴν τέχνην, ἀσκῶ τέχνην τινά, ἐπὶ τῆς Ἀθηνᾶς καὶ τοῦ Ἡφαίστου, Πλάτ. Πρωταγ. 321Ε· [[περί]] τι Ἐπικτ. Ἐγχειρ. 29. 7, Πλούτ., κλπ.· ὑπέρ τινος Αἰλ. Ποικ. Ἱστ. 2. 2· φιλ. πρὸς τοὺς τεχνίτας, συζητῶ περὶ τέχνης μὲ τοὺς τεχνίτας, Πολύβ. 26. 10. 3, πρβλ. Πλούτ. 2. 142Β. ΙΙ. ποιοῦμαι χρῆσιν τέχνης ἢ τεχνασμάτων, Πολύβ. 16. 30, 2, Πλούτ. 2. 1050C, κλπ.· μετ’ ἀπαρ., 13. 82. ― Παθ., [[γίνομαι]] ἢ παρέχομαι διὰ τῆς τέχνης, τινι, μέ τι [[πρᾶγμα]], ὁ αὐτ. 14. 80· [[πρός]] τι ὁ αὐτ. 3. 37· ― [[οὕτως]] ἔτι μεταγεν., ἐφιλοτέχναστό τι (ἐκ ῥήμ. -[[τεχνάζω]]), Ἰωσ. Γενέσιος 42Β.
}}
{{bailly
|btext=-ῶ :<br /><b>I.</b> <i>en b. part</i>;<br /><b>1</b> faire avec art, disposer <i>ou</i> exécuter habilement : [[περί]] [[τι]] s’occuper avec goût <i>ou</i> en connaisseur de qch;<br /><b>2</b> parler avec goût, en connaisseur : [[ὑπέρ]] τινος de qch;<br /><b>II.</b> <i>en mauv. part</i> imaginer un artifice, une ruse.<br />'''Étymologie:''' [[φιλότεχνος]].
}}
}}