3,277,048
edits
(6_22) |
(Bailly1_5) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''φλέως''': -ω, ὁ, [[φυτόν]] τι παρὰ τὰ ὕδατα φυόμενον, [[εἶδος]] ἀνθοῦντος σπάρτου ἢ καλάμου (κατὰ τὸν Spengel Arundo ambelodes-mon), Ἀριστοφ. Βάτρ. 244, Ἀποσπ. 85, Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 9. 40, 49, Θεοφρ. π. Φυτ. Ἱστ. 4. 8, 1, κλπ.· ― Ἰων. [[φλοῦς]], φλοῦν, ὃ ἴδε (ΙΙ), πρβλ. [[φλόϊνος]]. ― Περὶ τῶν τύπων ἴδε Λοβέκ. εἰς Φρύν. 293. | |lstext='''φλέως''': -ω, ὁ, [[φυτόν]] τι παρὰ τὰ ὕδατα φυόμενον, [[εἶδος]] ἀνθοῦντος σπάρτου ἢ καλάμου (κατὰ τὸν Spengel Arundo ambelodes-mon), Ἀριστοφ. Βάτρ. 244, Ἀποσπ. 85, Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 9. 40, 49, Θεοφρ. π. Φυτ. Ἱστ. 4. 8, 1, κλπ.· ― Ἰων. [[φλοῦς]], φλοῦν, ὃ ἴδε (ΙΙ), πρβλ. [[φλόϊνος]]. ― Περὶ τῶν τύπων ἴδε Λοβέκ. εἰς Φρύν. 293. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ω (ὁ) :<br />sorte d’osier <i>ou</i> de jonc aquatique, <i>plante</i>.<br />'''Étymologie:''' DELG pê emprunt. | |||
}} | }} |