τάρφος: Difference between revisions

Autenrieth
(6_6)
(Autenrieth)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''τάρφος''': -εος, ὁ, [[πύκνωμα]], πυκνὸν [[φύλλωμα]], βαθείης τάρφεσιν ὕλης Ἰλ. Ε. 555 βαθέης ἐνὶ τ. ὑ. Ο. 606· τάρφεα Ἀπολλ. Ρόδ. Δ. 1238. (Ἐκ τοῦ τρεφέω, πυκνὸν ποιῶ).
|lstext='''τάρφος''': -εος, ὁ, [[πύκνωμα]], πυκνὸν [[φύλλωμα]], βαθείης τάρφεσιν ὕλης Ἰλ. Ε. 555 βαθέης ἐνὶ τ. ὑ. Ο. 606· τάρφεα Ἀπολλ. Ρόδ. Δ. 1238. (Ἐκ τοῦ τρεφέω, πυκνὸν ποιῶ).
}}
{{Autenrieth
|auten=εος ([[τρέφω]]): [[thicket]], only dat. pl., ἐν τάρφεσιν ὕλης, Il. 5.555 and Il. 15.606.
}}
}}