τηλαυγής: Difference between revisions

m
Text replacement - "{{Slater\n(.*?)\n}}" to ""
(slb)
m (Text replacement - "{{Slater\n(.*?)\n}}" to "")
Line 18: Line 18:
{{bailly
{{bailly
|btext=ής, ές :<br />qui brille au loin <i>ou</i> de loin.<br />'''Étymologie:''' [[τῆλε]], [[αὐγή]].
|btext=ής, ές :<br />qui brille au loin <i>ou</i> de loin.<br />'''Étymologie:''' [[τῆλε]], [[αὐγή]].
}}
{{Slater
|sltr=[[τηλαυγής]]<br />&nbsp;&nbsp;&nbsp;<b>1</b> [[far]] [[shining]] ἀρχομένου δ' ἔργου [[πρόσωπον]] χρὴ [[θέμεν]] τηλαυγές (O. 6.4) ἀστέρος οὐρανίου φαμὶ τηλαυγέστερον κείνῳ [[φάος]] ἐξικόμαν (P. 3.75) τηλαυγέσιν στεφάνοις (P. 2.6) τηλαυγὲς ἄραρε [[φέγγος]] Αἰακιδᾶν [[αὐτόθεν]] (N. 3.64) τηλαυγἔ ἀγ κορυφὰν (Pae. 7.12)
}}
{{Slater
|sltr=[[τηλαυγής]]<br />&nbsp;&nbsp;&nbsp;<b>1</b> [[far]] [[shining]] ἀρχομένου δ' ἔργου [[πρόσωπον]] χρὴ [[θέμεν]] τηλαυγές (O. 6.4) ἀστέρος οὐρανίου φαμὶ τηλαυγέστερον κείνῳ [[φάος]] ἐξικόμαν (P. 3.75) τηλαυγέσιν στεφάνοις (P. 2.6) τηλαυγὲς ἄραρε [[φέγγος]] Αἰακιδᾶν [[αὐτόθεν]] (N. 3.64) τηλαυγἔ ἀγ κορυφὰν (Pae. 7.12)
}}
}}