ἄγριππος: Difference between revisions

big3_1
(6_15)
(big3_1)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἄγριππος''': ὁ, Λακων. [[ὄνομα]] τῆς ἀγρίας ἐλαίας, Σουΐδ. κτλ.: Παροιμ., ἀκαρπότερος ἀγρίππου, ἐπὶ τῶν [[πάνυ]] πενομένων εἴρηται· Λάκωνες γὰρ τὴν ἀγρίαν ἐλαίαν ἄγριππον καλοῦσιν, Ζηνοβ. ἐπιτ. Παροιμ. 1, 60· παρ’ Ἡσυχ. ἄγριφος, ἀλλ’ ἐν τῇ ἐκδ. Schmidt ἀγρίφος.
|lstext='''ἄγριππος''': ὁ, Λακων. [[ὄνομα]] τῆς ἀγρίας ἐλαίας, Σουΐδ. κτλ.: Παροιμ., ἀκαρπότερος ἀγρίππου, ἐπὶ τῶν [[πάνυ]] πενομένων εἴρηται· Λάκωνες γὰρ τὴν ἀγρίαν ἐλαίαν ἄγριππον καλοῦσιν, Ζηνοβ. ἐπιτ. Παροιμ. 1, 60· παρ’ Ἡσυχ. ἄγριφος, ἀλλ’ ἐν τῇ ἐκδ. Schmidt ἀγρίφος.
}}
{{DGE
|dgtxt=-ου, ὁ<br /><br /><b class="num">• Alolema(s):</b> [[ἄγριπος]] <i>Fr.Lex.I</i>.10; [[ἄγριφος]] Hsch.<br /><br /><b class="num">• Morfología:</b> [ac. lacon. ἀγρίππαν <i>Prou.Bodl</i>.193]<br />n. lacon. para el [[acebuche]] Hsch.l.c., Sud.<br /><b class="num">•</b>en prov., de los que por mucho que trabajen nunca salen de pobres ἀκαρπότερος ἀγρίππου Zen.1.60, <i>Prou.Bodl</i>.l.c.
}}
}}