ἀνομολόγητος: Difference between revisions

big3_4
(6_18)
(big3_4)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀνομολόγητος''': -ον, πληθ. «ἀνομολόγητα, [[ὅταν]] ἀνανεώσῃ τις τὴν ὁμολογίαν» Α. Β. 184. 22, - «ἀνομολόγηταϏ τὸ ἐπ’ ἀργυρίῳ ἐκ δευτέρου συνθήκας ποιεῖσθαι πρὸς ἀλλήλους τοὺς δεδανεικότας καὶ τοὺς ὀφείλοντας τοῦ τε τόκου καὶ τῆς προθεσμίας, εἰ [[χρόνος]] ἱκανὸς διέλθοι καὶ μὴ διαλύοιντο οἱ δεδανεισμένοι, τοῦτο ἀνομολογεῖσθαι καλεῖται» Α. Β. 221. 22.
|lstext='''ἀνομολόγητος''': -ον, πληθ. «ἀνομολόγητα, [[ὅταν]] ἀνανεώσῃ τις τὴν ὁμολογίαν» Α. Β. 184. 22, - «ἀνομολόγηταϏ τὸ ἐπ’ ἀργυρίῳ ἐκ δευτέρου συνθήκας ποιεῖσθαι πρὸς ἀλλήλους τοὺς δεδανεικότας καὶ τοὺς ὀφείλοντας τοῦ τε τόκου καὶ τῆς προθεσμίας, εἰ [[χρόνος]] ἱκανὸς διέλθοι καὶ μὴ διαλύοιντο οἱ δεδανεισμένοι, τοῦτο ἀνομολογεῖσθαι καλεῖται» Α. Β. 221. 22.
}}
{{DGE
|dgtxt=-ον<br /><b class="num">1</b> [[que se reconoce por escrito como deuda no pagada]] subst. τὰ ἀ. <i>AB</i> 211.<br /><b class="num">2</b> [[incongruente]] τάξις Ptol.<i>Tetr</i>.1.21.19 (var.).
}}
}}