3,273,803
edits
(6_20) |
(big3_13) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἐκδωριεύομαι''': παθ. [[γίνομαι]] [[τέλειος]] [[Δωριεύς]], Ἡρόδ. 8. 73, ἐν τῷ πρκμ, ἐκδεδωρίυνται: συμφωνότερος πρὸς τὴν ἀναλογίαν θὰ ἦτο ὁ [[τύπος]] ἐκδεδωρίωνται (ἐκ τοῦ ῥήμ. -δωριόομαι), ἢ ἐκδεδωρίδαται (ἐκ τοῦ ῥήμ. -δωρίζω). | |lstext='''ἐκδωριεύομαι''': παθ. [[γίνομαι]] [[τέλειος]] [[Δωριεύς]], Ἡρόδ. 8. 73, ἐν τῷ πρκμ, ἐκδεδωρίυνται: συμφωνότερος πρὸς τὴν ἀναλογίαν θὰ ἦτο ὁ [[τύπος]] ἐκδεδωρίωνται (ἐκ τοῦ ῥήμ. -δωριόομαι), ἢ ἐκδεδωρίδαται (ἐκ τοῦ ῥήμ. -δωρίζω). | ||
}} | |||
{{DGE | |||
|dgtxt=[[dorizarse]], [[convertirse en dorio]] οἱ δὲ Κυνούριοι αὐτόχθονες ἐόντες ... ἐκδεδωρίευνται δὲ ὑπὸ [[Ἀργείων]] ἀρχόμενοι Hdt.8.73.3. | |||
}} | }} |