ἀμφιάνακτες: Difference between revisions

big3_3
(6_22)
(big3_3)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀμφιάνακτες''': -ων, οἱ σκωπτικὸν ἐπώνυμον τῶν διθυραμβοποιῶν, οἵτινες συνεχῶς ἐν τοῖς προοιμίοις τῶν διθυράμβων οὓς ἐποίουν μετεχειρίζοντο τὰς φράσεις: [[ἀμφί]] μοι [[αὖθις]] ἄνακτα, ἢ [[ἀμφί]] μοι [[αὖτε]], [[ἄναξ]]· ἴδε Ἀριστοφ. Νεφ. 595 καὶ Σχόλ. ἐν τόπῳ.
|lstext='''ἀμφιάνακτες''': -ων, οἱ σκωπτικὸν ἐπώνυμον τῶν διθυραμβοποιῶν, οἵτινες συνεχῶς ἐν τοῖς προοιμίοις τῶν διθυράμβων οὓς ἐποίουν μετεχειρίζοντο τὰς φράσεις: [[ἀμφί]] μοι [[αὖθις]] ἄνακτα, ἢ [[ἀμφί]] μοι [[αὖτε]], [[ἄναξ]]· ἴδε Ἀριστοφ. Νεφ. 595 καὶ Σχόλ. ἐν τόπῳ.
}}
{{DGE
|dgtxt=-ων, οἱ<br />[[los que están alrededor de los reyes]] mote de los poetas que empiezan sus versos con [[ἀμφί]] μοι [[αὖτις]] ἄνακτα Sch.Ar.<i>Nu</i>.595.
}}
}}