δορίπληκτος: Difference between revisions

big3_12
(6_18)
(big3_12)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''δορίπληκτος''': -ον, πληγεὶς διὰ τοῦ δόρατος, Σχόλ. Εὐρ.· πρβλ. [[δουρίπηκτος]].
|lstext='''δορίπληκτος''': -ον, πληγεὶς διὰ τοῦ δόρατος, Σχόλ. Εὐρ.· πρβλ. [[δουρίπηκτος]].
}}
{{DGE
|dgtxt=-ον<br /><br /><b class="num">• Alolema(s):</b> δουρί- A.<i>Th</i>.278<br />[[capturado en la guerra]] λάφυρα A.l.c., cf. Sch.E.<i>Andr</i>.653.
}}
}}