δωροδοκία: Difference between revisions

big3_13
(Bailly1_2)
(big3_13)
Line 18: Line 18:
{{bailly
{{bailly
|btext=ας (ἡ) :<br />corruption par des présents, vénalité.<br />'''Étymologie:''' [[δωροδόκος]].
|btext=ας (ἡ) :<br />corruption par des présents, vénalité.<br />'''Étymologie:''' [[δωροδόκος]].
}}
{{DGE
|dgtxt=-ας, ἡ<br /><b class="num">1</b> [[aceptación de un soborno]], [[venalidad]] τῆς παρανομίας καὶ τῆς δωροδοκίας μάρτυρες And.4.30, μὴ καταγνῶναι δωροδοκίαν ἐμοῦ Lys.21.21, κατηγορεῖν δωροδοκίας acusar de venalidad</i> Aeschin.2.3, cf. 3.149, δ. καὶ πλεονεξία Plu.2.27c, τὰς χεῖρας δωροδοκίας ἀπεχόμενας Thdt.<i>Is</i>.10.144, frec. c. gen. de pers. ἡ τῶν προεστώτων δ. Plb.5.43.6, Σκαύρου I.<i>BI</i> 1.132, cf. 297, δικαστῶν ... καὶ στρατοπέδων Plu.<i>Cor</i>.14<br /><b class="num">•</b>jur. [[acusación por aceptación de soborno]] Din.<i>Fr</i>.4b.1, 2.<br /><b class="num">2</b> [[hecho de sobornar]], [[soborno]] τὸ τῆς δωροδοκίας μάθημα Theopomp.Hist.90, κατὰ τὴν Ἑλλάδα τῆς δωροδοκίας ἐπιπολαζούσης Plb.18.34.7, cf. D.H.4.40, τὰς χώρας ἐνέπλησαν κακῶν ... δωροδοκίαις, ἁρπαγαῖς Ph.2.532, cf. D.C.39.55.1, 50.7.2.
}}
}}