ἀπὸ τῶν ὀφθαλμῶν ὑδρορρόαι δύο ῥέουσιν μέλανος → two streams of black run from the eyes
-ές (AM ἀσταθής, -ές) ίστημι1. αυτός που δεν είναι σταθερός, ο άστατος2. αυτός που εύκολα μεταβάλλει σκέψεις και αρχές.