Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

δακτυλοφύλακας

From LSJ
Revision as of 07:02, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (8)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Οὔτοι συνέχθειν, ἀλλὰ συμφιλεῖν ἔφυν → I was not born to hate, but to love.

Sophocles, Antigone, 523

Greek Monolingual

ο
μετάλλινο έλασμα της λαβής με το οποίο προστατεύονται τα δάχτυλα του ξιφομάχου από χτυπήματα του αντιπάλου.
[ΕΤΥΜΟΛ. < δάκτυλος + φύλακας. Η λ. (δακτυλοφύλαξ) μαρτυρείται από το 1872 στον Νικόλ. Πύργο].