εικονολάτρης

Revision as of 07:06, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (10)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Greek Monolingual

ο (θηλ. εἰκονολάτρισσα) (Μ εἰκονολάτρης, θηλ. εἰκονολάτρις και εἰκονολάτρισσα)
αυτός που λατρεύει τις εικόνες ιερών προσώπων και αποδίδει σε αυτές θαυματουργές ιδιότητες.