Θέλομεν καλῶς ζῆν πάντες, ἀλλ' οὐ δυνάμεθα → Bene vivere omnes volumus, at non possumus → Gut leben wollen wir alle, doch wir können es nicht
ο, Ν τελειώνω
1. αποπεράτωση
2. τέλος, τέρμα, λήξη
3. φρ. «δεν έχει τελειωμό» — λέγεται σε περιπτώσεις κατά τις οποίες η ποσότητα, η έκταση ή η χρονική διάρκεια είναι πολύ μεγάλη.