τὸ ἐμόν γ' ἐμοὶ λέγεις ὄναρ → you are telling me what I know already, you are telling me my own dream
τὸ, Αζώο («τεθραμμένα ἀρσενικά», πάπ.).[ΕΤΥΜΟΛ. Ουσιαστικοποιημένος τ. του ουδ. της μτχ. παθ. παρακμ. του ρ. τρέφω.