Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

υποστιβάδα

From LSJ
Revision as of 12:59, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (44)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Λύπην γὰρ εὔνους οἶδε θεραπεύειν λόγος → Sanare luctum scit benevola oratioBetrübnis weiß zu heilen ein geneigtes Wort

Menander, Monostichoi, 319

Greek Monolingual

η, Ν
φυσ.-χημ. το σύνολο τών ηλεκτρονικών καταστάσεων ενός ατόμου οι οποίες χαρακτηρίζονται από τον ίδιο κύριο και δευτερεύοντα κβαντικό αριθμό, αλλ. υποστάθμη.
[ΕΤΥΜΟΛ. Απόδοση στην ελλ. ξεν. όρου, πρβλ. αγγλ. subshell].