θυμιητήριον

Revision as of 23:24, 30 December 2018 by Spiros (talk | contribs) (5)

German (Pape)

[Seite 1223] τό, ion. = θυμιατήριον, Her. 4, 162.

Greek (Liddell-Scott)

θῡμιητήριον: Ἰων. ἀντὶ θυμιατήριον, Ἡρόδ. -θυμιητός, ἴδε θυμιᾱτός.

French (Bailly abrégé)

ion. c. θυμιατήριον.

Greek Monolingual

θυμιητήριον, τὸ (Α)
ιων. τ. του θυμιατήριον.

Greek Monotonic

θῡμιητήριον: Ιων. αντί θυμιατήριον.