Βέλτιστε, μὴ τὸ κέρδος ἐν πᾶσι σκόπει → Amice, ubique lucra sectari cave → Mein bester Freund, sieh nicht in allem auf Profit
Ἰταλία, ἡ.
Italians: Ἰταλοί, οἱ.
Greek inhabitants of Italy: Ἰταλιῶται, οἱ.
Italian, adj.: Ἰταλικός Fem. adj.: Ἰταλιῶτις, -ιδος.