γρήγορσις
English (LSJ)
εως, ἡ, A = γρηγόρησις, Ph.1.510.
German (Pape)
[Seite 506] ἡ, = γρηγόρησις, LXX.
Spanish (DGE)
-εως, ἡ
vigiliaop. ὕπνος Aët.9.26 (p. 327), c. gen. subjet. τῶν ἀδικουμένων Cyr.Al.M.68.936A.
εως, ἡ, A = γρηγόρησις, Ph.1.510.
[Seite 506] ἡ, = γρηγόρησις, LXX.
-εως, ἡ
vigiliaop. ὕπνος Aët.9.26 (p. 327), c. gen. subjet. τῶν ἀδικουμένων Cyr.Al.M.68.936A.