ἀρκτεύω

Revision as of 15:40, 12 December 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<span class="sense"><p>" to "<span class="sense">")

English (LSJ)

   A serve as an ἄρκτος 11, Lys.Fr.82:—in Med., Sch.Ar. Lys.645.

German (Pape)

[Seite 354] 1) zur Ehrenjungfrau der Diana Brauronia bestimmen, u. med., das Opfer verrichten, s. ἄρκτος 3; Lys. bei Harpocr.; Poll. 5, 82.

Greek (Liddell-Scott)

ἀρκτεύω: ὑπηρετῶ ὡς ἄρκτος (σημ. ΙΙ.), «ἀρκτεῦσαι… τὸ καθιερωθῆναι πρὸ γάμων τὰς παρθένους τῇ Ἀρτεμίδι τῇ Μουνυχίᾳ ἢ τῇ Βραυρωνίᾳ… ὅτι δὲ αἱ ἀρκτευόμεναι παρθένοι ἄρκτοι καλοῦνται Εὐριπίδης Ὑψιπύλῃ, Ἀριστοφάνης… Λυσιστράτῃ» Ἁρπ. ἐν λ.: ― οὕτω καὶ ἐν τῷ μέσ., Σχόλ. εἰς Ἀριστοφ. Λυσ. 645.

Spanish (DGE)

hacer de osa (cf. ἄρκτος I 2) las muchachas atenienses en las fiestas en honor de Ártemis Brauronia, Lys.Fr.249S., cf. Hsch.s.u. ἀρκτεία, tb. en v. med., Poll.5.81, Sch.Ar.Lys.645, cf. Sud.s.u. ἄρκτος ἢ Βραυρωνίοις.

Greek Monolingual

ἀρκτεύω (Α) άρκτος
υπηρετώ ως άρκτος της Βραυρωνίας Αρτέμιδος (βλ. Αρκτεία).