ὀλοοίτροπα

Revision as of 00:01, 13 December 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<span class="sense"><p>" to "<span class="sense">")

English (LSJ)

παρὰ Ῥοδίοις ἑπτὰ πλάσματα εἰς θυσίαν, Hsch. ὀλοοίτροχος,    A v. ὀλοίτροχος.

Greek Monolingual

ὀλοοίτροπα (Α)
(κατά τον Ησύχ.) «παρὰ Ῥοδίοις ὀπτὰ πλάσματα εἰς θυσίαν».
[ΕΤΥΜΟΛ. Βλ. λ. ολοοίτροχος].