Ἀπολλωνιάτης
From LSJ
Ὁ σοφὸς ἐν αὑτῷ περιφέρει τὴν οὐσίαν → Qui sapit, is in se cuncta circumfert sua → Der Weise trägt, was er besitzt, in sich herum
Spanish (DGE)
-ου
• Alolema(s): jón. -ιήτης Hdt.9.92
apoloniata oriundo o habitante de Apolonia
•de Ἀπολλωνία 1, Hdt.9.92
•de Ἀπολλωνία 3, X.HG 5.2.13
•de Ἀπολλωνία 5, Plb.2.9.8, D.S.19.70, Plu.Brut.26, St.Byz.s.u. Ἀπολλωνία
•de Ἀπολλωνία 7, D.L.6.81
•de Ἀπολλωνία 24, D.S.16.72.
Russian (Dvoretsky)
Ἀπολλωνιάτης: ου, ион. Ἀπολλωνιήτης, εω ὁ уроженец или житель Аполлонии Her., Xen.