ab indiviso

From LSJ
Revision as of 18:53, 22 December 2021 by Spiros (talk | contribs) (Created page with "{{grml |mltxt=<b>επιρρ. φρ.</b>) εξ αδιαιρέτου, ἐξ ἀδιαιρέτου (ab indiviso), λέγεται για να δηλώσει τη συ...")
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Ούτως είη ημίν ο Θεός βοηθός και το Ιερόν Αυτού Ευαγγέλιον → So help us God and His holy Gospel

Source

Greek Monolingual

επιρρ. φρ.) εξ αδιαιρέτου, ἐξ ἀδιαιρέτου (ab indiviso), λέγεται για να δηλώσει τη συγκυριότητα πολλών δικαιούχων πάνω στο ίδιο αντικείμενο. Βλέπε αδιαίρετος.