pro indiviso

From LSJ
Revision as of 10:09, 23 December 2021 by Spiros (talk | contribs) (Created page with "{{grml |mltxt=<b>επιρρ. φρ.</b>) εξ αδιαιρέτου, ἐξ ἀδιαιρέτου (ab indiviso, pro indiviso), λέγεται για να δηλώ...")
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Ἔνεισι καὶ γυναιξὶ σώφρονες τρόποι → Insunt modesti mores etiam mulieri → Auch Frauen haben in sich weise Lebensart

Menander, Monostichoi, 160

Greek Monolingual

επιρρ. φρ.) εξ αδιαιρέτου, ἐξ ἀδιαιρέτου (ab indiviso, pro indiviso), λέγεται για να δηλώσει τη συγκυριότητα πολλών δικαιούχων πάνω στο ίδιο αντικείμενο. Βλέπε αδιαίρετος.