διαπορεία

Revision as of 10:45, 23 August 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(:''' [ὁἡ]) ([\p{Cyrillic}\s]+), ([\p{Cyrillic}\s]+) ([a-zA-Z\(])" to "$1 $2, $3 $4")

English (LSJ)

ἡ, A procession of heavenly bodies, Pl.Epin.982c. II journey, metaph., ἡ τοῦ λόγου δ. Id.Criti.106a. III mediation, Id.Epin.984e.

German (Pape)

[Seite 597] ἡ, der Durchgang; Lauf der Gestirne, Plat. Epin. 982 c; übertr., λόγοο, das Dutchgehen, Auseinandersetzung, Critia. 106 a, vgl. Epin. 984 e.

Greek (Liddell-Scott)

διαπορεία: ἡ, ἡ διὰ μέσου τοῦ οὐρανοῦ ἢ ἀνὰ τὸν οὐρανὸν κίνησις, ἐπὶ τῶν ἀστέρων. Πλάτ. Ἐπιν. 984Ε. ΙΙ. μακρὰ πορεία· μεταφ., ἡ τοῦ λόγου δ. ὁ αὐτ. Κριτί. 106Α.

Spanish (DGE)

-ας, ἡ
1 trayectoria, recorrido ἄστρα τε καὶ συμπᾶσα ... ἡ δ. los astros y el movimiento universal Pl.Epin.982c
fig. ἐκ τῆς τοῦ λόγου διαπορείας ... ἀπήλλαγμαι me he liberado de la trayectoria del discurso Pl.Criti.106a.
2 cruce, travesía μὴ προσαγέτω εἰ μὴ διαπορείας ἕνεκεν que no conduzca tropas, a no ser que estén en tránsito, IKnidos 31.3.13 (II/I a.C.), de un río, Philostr.VA 2.15.
3 mediación τῆς εὐφήμου διαπορείας de un demon, Pl.Epin.984e.

Russian (Dvoretsky)

διαπορεία:движение, течение (sc. ἄστρων Plat.): ἡ τοῦ λόγου δ. Plat. ход беседы, собеседование.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

διαπορεία -ας, ἡ [διαπορεύω] baan, route:; ἄστρα τε καὶ συμπᾶσα... ἡ διαπορεία de sterren en de hele hemelbaan Plat. Epin. 982c; overdr.: ἐκ τῆς τοῦ λόγου διαπορείας... ἀπήλλαγμαι ik ben bevrijd van een lang stuk discussie Plat. Criti. 106a. bemiddeling:. χάριν τῆς εὐφήμου διαπορείας omwille van de gunstige bemiddeling Plat. Epin. 984e.