Adv. = ἁμαρτῆ, Sch. Il. 21.162, Hsch.
adv. al mismo tiempo Sch.Il.21.162, Hsch.
[Seite 117] dasselbe, Schol. Il. 21, 162.
ἁμαρτήδην επίρρ. (Μ)αμαρτή.[ΕΤΥΜΟΛ. < ἁμαρτῇ + παραγ. κατάλ. επίρρ. -δην].