αἵματος ῥυέντος ἐκχλοιοῦνται → when the blood runs, they turn pale
adv.
P. χαριέντως. Affably: P. φιλανθρώπως, P. and V. φιλοφρόνως (Plat.). Respectfully: Ar. and P. κοσμίως.