ανεμοσκεπής

From LSJ
Revision as of 09:15, 13 October 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "εῑς" to "εῖς")

Ἴσος ἴσθι κρίνων καὶ φίλους καὶ μὴ φίλους → Sis idem, amicos an inimicos iudices → Ob Freund, ob nicht-Freund du beurteilst, bleibe gleich

Menander, Monostichoi, 266

Greek Monolingual

ἀνεμοσκεπής, -ές (Α)
αυτός που σκεπάζει και προφυλάσσει από τον άνεμο («ἀνεμοσκεπεῖς χλαῑναι» (Ομ.).