columnata
From LSJ
τίς ἐς σὸν κρᾶτ' ἐπύκτευσεν → who hit you with the fist on the head, who has been pummeling your head
Spanish > Greek
στοά, στοιά, στοίη, στωϊά, τετράστυλον, μεταστύλιον, περίστυλον, στύλωσις
τίς ἐς σὸν κρᾶτ' ἐπύκτευσεν → who hit you with the fist on the head, who has been pummeling your head
στοά, στοιά, στοίη, στωϊά, τετράστυλον, μεταστύλιον, περίστυλον, στύλωσις