A impart a colour, ἥλιος σκοτεινὸν ἄνθος ἐξέχρωσε λιγνύος εἰς σώματ' ἀνδρῶν Theodect.17.2.
[Seite 787] (s. χρώννυμι), entfärben, Strab. XV p. 695, l. d.