κανθίαι
English (LSJ)
σπυρίδες, Hsch. κανθίς, ίδος, ἡ,
A ass's dung, Id.
German (Pape)
[Seite 1321] αἱ, = κανθήλια, große Körbe, Artemid. 4, 6.
Greek (Liddell-Scott)
κανθίαι: -ῶν, αἱ, = κανθήλια, Ἀρτεμίδ. 4.6.
σπυρίδες, Hsch. κανθίς, ίδος, ἡ,
A ass's dung, Id.
[Seite 1321] αἱ, = κανθήλια, große Körbe, Artemid. 4, 6.
κανθίαι: -ῶν, αἱ, = κανθήλια, Ἀρτεμίδ. 4.6.