πολλαχόθεν
English (LSJ)
Adv.
A from many places or sides, Th.6.32, Lys.6.20, Pl.Lg.842c, etc.; π. ὁμολογεῖται Id.Smp.178c. II from many considerations, for many reasons, π. ξυνέβη . . ἀναχωρῆσαι Th.4.6.
German (Pape)
[Seite 658] von vielen Orten, Seiten her; Thuc. 6, 32; Plat. Legg. VIII, 842 c; ὁμολογούμενα, Dem. 30, 32; vgl. Plat. Conv. 178 a.
Greek (Liddell-Scott)
πολλᾰχόθεν: ἐπίρρ., ἐκ πολλῶν τόπων ἢ μερῶν, Θουκ. 6. 32, Λυσ. 105. 7, Πλάτ. Νόμ. 842C, κτλ. ΙΙ. ἐκ πολλῶν λόγων, διὰ πολλοὺς λόγους, Θουκ. 4. 6, Πλάτ. Συμπ. 178C.